Ξενοφώντας, Ελληνικά 3.4.13-3.4.14: Περιγραφή σκηνής ιππομαχίας μεταξύ Περσών και Ελλήνων

ἰδόντες δὲ ἀλλήλους οὐδὲ τέτταρα πλέθρα ἀπέχοντας, τὸ μὲν πρῶτον ἔστησαν ἀμφότεροι, οἱ μὲν Ἕλληνες ἱππεῖς ὥσπερ φάλαγξ ἐπὶ τεττάρων παρατεταγμένοι, οἱ δὲ βάρβαροι τοὺς πρώτους οὐ πλέον ἢ εἰς δώδεκα ποιήσαντες, τὸ βάθος δ’ ἐπὶ πολλῶν. ἔπειτα μέντοι πρόσθεν.  ὥρμησαν οἱ βάρβαροι. ὡς δ’ εἰς χεῖρας ἦλθον, ὅσοι μὲν τῶν Ἑλλήνων ἔπαισάν τινας, πάντες συνέτριψαν τὰ δόρατα, οἱ δὲ Πέρσαι κρανέϊνα παλτὰ ἔχοντες ταχὺ δώδεκα μὲν τῶν Ἑλλήνων ἔπαισάν τινας, πάντες συνέτριψαν τὰ δόρατα, οἱ δὲ Πέρσαι κρανέϊνα παλτὰ ἔχοντες ταχὺ δώδεκα μὲν ἱππέας, δύο δ’ ἵππους ἀπέκτειναν. ἐκ δὲ τούτου ἐτρέφθησαν οἱ Ἕλληνες ἱππεῖς. βοηθήσαντος δὲ Ἀγησιλάου σὺν τοῖς ὁπλίταις, πάλιν ἀπεχώρουν οἱ βάρβαροι, καὶ [Περσῶν] εἷς  αὐτῶν ἀποθνῄσκει.

   [Μετάφραση]

Σαν αντίκρισαν τ’ αποσπάσματα το ένα το άλλο, ούτε τέσσερα πλέθρα απόσταση, σταμάτησαν και τα δύο. Οι Έλληνες παρατάχτηκαν σε φάλαγγα με βάθος τέσσερις άνδρες· οι βάρβαροι δεν είχαν πάνω από δώδεκα άνδρες στην πρώτη γραμμή, αλλά μεγάλο βάθος. Έπειτα οι βάρβαροι έκαναν επέλαση. Όταν ήρθαν στα χέρια, όσοι Έλληνες χτύπησαν αντιπάλους έσπασαν τα δόρατά τους, ενώ οι Πέρσες —που είχαν ακόντια από ξύλο κρανιάς— γρήγορα σκότωσαν δώδεκα καβαλάρηδες και δύο άλογα κι έτρεψαν σε φυγή το ελληνικό ιππικό. Σαν ήρθε όμως σ’ ενίσχυση ο Αγησίλαος με τους οπλίτες, υποχώρησαν με τη σειρά τους οι βάρβαροι κι ένας απ’ αυτούς σκοτώθηκε.

[πηγή: μτφρ. Ρ. Ρούφος, [1966] 2000, Ξενοφώντος Ελληνικά, Ι–ΙΙ, Αθήνα, Ωκεανίδα (1η έκδ. Αθήνα, Γαλαξίας)]

info