Ανθολόγιο Φιλοσοφικών Κειμένων (Γ΄ Γυμνασίου) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)
 

 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΩΝ ΟΡΩΝ

(Παρατίθενται συνοπτικά ορισμένοι από τους φιλοσοφικούς και άλλους όρους που χρησιμοποιούνται στο βιβλίο)

Αγνωστικισμός (α-+γνώση=agnosticismus): Φιλοσοφική αντίληψη η οποία αρνείται την αντικειμενική γνώση του κόσμου, του θεού και της αληθινής ουσίας των όντων.

Αναγωγή (reductio): Μέθοδος φιλοσοφική που επιχειρεί να αναλύσει σύνθετα φαινόμενα στα απλά και θεμελιώδη στοιχεία τους. Λέγεται ότι η φιλοσοφία και η επιστήμη έχουν ως αφετηρία τους μια αναγωγική στιγμή (αναγωγισμός), τον ισχυρισμό του Θαλή ότι «τα πάντα ύδωρ», με τον οποίο ανάγει την αχανή πολλαπλότητα των φυσικών φαινομένων (φύλλα, ζώα, όστρακα, φωτιά, μαλλιά κτλ.) σε μια ενική αρχή (τα πολλά και το ένα).

Αναλογία ή αναλογικός συλλογισμός: Είδος συλλογισμού κατά τον οποίο από επιμέρους κρίσεις ή προτάσεις συμπεραίνουμε μια άλλη επιμέρους κρίση ή πρόταση με βάση κάποια ομοιότητα. Οι αναλογίες είναι χρήσιμα φιλοσοφικά εργαλεία για να συλλάβουμε αφηρημένες έννοιες, συνδέοντας αυτές με διάφορα αντικείμενα της εμπειρίας, όπως πόλεις, πλοία, ουράνια σώματα. Η διατύπωση συλλογισμού μέσω αναλογιών αποτελεί είδος επαγωγής, έστω και αν δεν αφορά μετάβαση από το ειδικό προς το γενικό, το συμπέρασμα κατ' αναλογίαν δεν είναι όμως ασφαλές αλλά πιθανό.

Ανθρωπισμός (ουμανισμός): Φιλοσοφική αντίληψη που θέτει τον άνθρωπο και τις ανθρώπινες αξίες πάνω από οποιαδήποτε άλλη αξία. Πνευματικό κίνημα της Αναγέννησης που χαρακτηρίζεται από τη στροφή του ενδιαφέροντος των λογίων προς τα κείμενα των κλασικών συγγραφέων της αρχαιότητας και την αναζήτηση σε αυτά προτύπων ζωής, σκέψης και καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Ανθρωπομορφισμός: Παράσταση και ερμηνεία του κόσμου και του θεού κατ' αναλογίαν προς την ανθρώπινη φύση (ο θεός, ο κόσμος, τα ζώα παίρνουν ανθρώπινη μορφή).

Αξία: Θετική ιδιότητα που αποδίδουμε σε πρόσωπα, πράγματα και καταστάσεις.

Αρετή: Ετυμολογικά συγγενής με το υπερθετικό άριστος, σήμαινε αρχικά υπεροχή και τέλεια εκδήλωση μιας κύριας ιδιότητας προσώπου, ζώου ή πράγματος (π.χ. η αρετή ενός μαχαιριού είναι ότι κόβει καλά). Στη φιλοσοφία συνδέεται με την ηθική αξία, ενώ κατά τον Αριστοτέλη η ηθική αρετή ορίζεται ως «μεσότητα» ανάμεσα στην έλλειψη και την υπερβολή.

Γίγνεσθαι: Η αλλαγή, η μετάβαση από μια κατάσταση σε μια άλλη

Γνωσιοθεωρία/γνωσιολογία: Θεωρία της γνώσης, κλάδος της φιλοσοφίας που ερευνά τις πηγές, τις μορφές και τα όρια τη γνώσης.

Διαλεκτική: Σοφιστική μέθοδος της ρητορικής με την οποία γίνεται αντιπαράθεση ενός ισχυρισμού ενάντια σε κάποιον άλλο. Στη φιλοσοφία του Σωκράτη και του Πλάτωνα μέθοδος εύρεσης της αλήθειας που στηρίζεται στον λόγο και τον αντίλογο, στη συζήτηση και τον διάλογο.

Δογματισμός: Τάση των ανθρώπων να αποδέχονται χωρίς συζήτηση τη γνώση, την οποία θεωρούν δυνατή. Πολεμήθηκε από τους σκεπτικούς φιλοσόφους.

Δοξογραφία (δόξαι): Απλή καταγραφή γνωμών των διαφόρων φιλοσόφων πάνω σε ποικίλα θέματα.

Ελεατική σχολή: Φιλοσοφική σχολή του 6ου και του 5ου αιώνα (Ελέα Κάτω Σικελίας). Κύριοι εκπρόσωποι: Ξενοφάνης, Ζήνων, Παρμενίδης, Μέλισσος).

Εμπειρισμός: Η άποψη ότι όλη η γνώση του εξωτερικού κόσμου στηρίζεται στην εμπειρία.

Επαγωγή: Μέθοδος φιλοσοφική με την οποία οδηγούμαστε από το μερικό στο γενικό, από το γνωστό στο άγνωστο. Η επαγωγή είναι συλλογισμός που μεταβαίνει από έναν περιορισμένο αριθμό παρατηρήσεων σε ευρύτερες πιθανές γενικεύσεις. Η «επαγωγική γενίκευση» είναι είδος εξαγωγής συμπεράσματος που βασίζεται σε συλλογισμό από τακτικές διαπιστώσεις του παρελθόντος σε τακτικές διαπιστώσεις για το μέλλον και προϋποθέτει πως η φύση χαρακτηρίζεται από ομοιομορφία (κλασικό παράδειγμα η ανατολή του ήλιου).

Επικουρισμός: Φιλοσοφική θεωρία που αναπτύχθηκε από τον Επίκουρο και θέτει ως σκοπό της ζωής την ηδονή (ηδονισμός), αλλά και τρόπος ζωής που προτρέπει στον σεβασμό και την κατανόηση.

Επιχείρημα: Ένα σύνολο προτάσεων (προκείμενες) που επιτρέπουν να οδηγηθούμε λογικά σε μια άλλη πρόταση (το συμπέρασμα).

Εποχή: Τεχνικός όρος της σκεπτικής φιλοσοφίας, «στάση της διάνοιας χάρη στην οποία ούτε αρνούμαστε κάτι ούτε το βεβαιώνουμε», αναστολή της κρίσης ή κάποιας δραστηριότητας.

Εριστική: Μέθοδος της ρητορικής που καλλιεργήθηκε από τους σοφιστές. Συνίσταται στη διατύπωση πειστικών, εκ πρώτης όψεως, αλλά εσφαλμένων ή ψευδών επιχειρημάτων.

Ηθική: Κλάδος της φιλοσοφίας ο οποίος μελετά ορισμένες αξίες που αφορούν την ανθρώπινη συμπεριφορά και τους κανόνες που πρέπει να τη διέπουν. Επιχειρεί, επίσης, να επιλύσει ορισμένα πρακτικά προβλήματα.

Ιδεαλισμός: Φιλοσοφική θεωρία σύμφωνα με την οποία η ιδέα, η συνείδηση, το πνεύμα, είναι η αληθινή πραγματικότητα.

Κυνισμός ή κυνική σχολή: Μια από τις ονομαζόμενες σωκρατικές σχολές που ίδρυσε μετά τον θάνατο του Σωκράτη ο Αντισθένης (455 - 360 π.Χ.) στο γυμνάσιο Κυνόσαργες στην Αθήνα, από όπου πήρε η σχολή και το όνομά της. Ριζοσπαστική φιλοσοφία άρνησης και διαμαρτυρίας σε καθιερωμένες αξίες, πεποιθήσεις και φιλοσοφικές θεωρίες που αφορούσε κυρίως την ηθική. Στη σύγχρονη χρήση η λέξη σημαίνει έλλειψη ντροπής και ωμή συμπεριφορά.

Κυρηναϊκή σχολή: Μια από τις σωκρατικές σχολές που ίδρυσε ο Αρίστιππος από την Κυρήνη (γύρω στα 435- 356 π.Χ.) που πρότεινε πως η ευτυχία συνίσταται στην ηδονή.

Λόγος: Ενδιάθετη στον άνθρωπο ικανότητα έκφρασης του περιεχομένου της διάνοιάς του μέσω της γλώσσας· η ομιλία, το λογικό επιχείρημα.

Μεταφυσική (ή οντολογία): Κλάδος της φιλοσοφίας που ερευνά τη βαθύτερη υφή της πραγματικότητας και προσπαθεί να οδηγήσει σε μια γενική θεώρηση του τι υπάρχει πραγματικά.

Μυστικισμός: Τάση για άμεση ένωση με τον θεό (Πλωτίνος)· η άμεση μυστική εποπτεία του απρόσιτου στις αισθήσεις και στη διάνοια του ανθρώπου απείρου όντος.

Ον: α) αυτό που έχει αντικειμενική ύπαρξη, β) όλα όσα υπάρχουν γενικά, η αντικειμενική πραγματικότητα συνολικά, γ) αυτό που υπάρχει πραγματικά και μάλιστα διαφοροποιείται από τα φαινόμενα.

Οντολογία: Η επιστήμη του όντος, κλάδος της φιλοσοφίας που μελετά το ον και την ουσία των πραγμάτων.

Ουσία: Η ουσία ενός πράγματος είναι βασική ιδιότητα που το καθιστά αυτό που είναι. Το να διατυπώσουμε την ουσία ενός πράγματος σημαίνει να το ορίσουμε. Ο Αριστοτέλης θεωρεί την ουσία ενός πράγματος πρώτη κατηγορία (λ.χ. άνθρωπος, ίππος κ.λπ.). Οι άλλες κατηγορίες (ποσότητα, ποιότητα, κ.λπ.) είναι απλά συμβεβηκότα που προσδιορίζουν ένα πράγμα ως γνωρίσματα ή ιδιότητες.

Ρητορική: Μέθοδος ή τέχνη της σύνθεσης λόγων (δικανικών, προτρεπτικών, εκκλησιαστικών κ.λπ.)

Σκεπτικισμός: Όρος που συνδέεται με τις ομόρριζες λέξεις «σκέψις» και «σκεπτικός», φιλοσοφική θεωρία που υποστηρίζει ότι η γνώση δεν είναι δυνατή. Ο Σκεπτικισμός είναι αντίθετος προς τον δογματισμό, που θεωρεί τη γνώση δυνατή, συνδέεται με προβλήματα που αφορούν τη δυνατότητα και το κύρος της γνώσης. Ορισμένοι χρησιμοποιούν με την ίδια σημασία τη λέξη «πυρρωνισμός» που συνδέεται με τη φιλοσοφία του Πύρρωνα του Ηλείου, ιδρυτή της σκεπτικιστικής σχολής, ο οποίος υπαγόρευε την αμφιβολία για τη δυνατότητα να γνωρίσουμε οτιδήποτε.

Σχετικισμός/σχετικοκρατία: Φιλοσοφική θεωρία που συνδέεται με την έννοια της σχετικότητας. Δηλώνει εκείνο που συνδέεται ή εξαρτάται από κάτι άλλο, κατά συνέπεια καθετί που υπάρχει στον «χώρο» και στον «χρόνο» είναι σχετικό. Σε σχέση με τη γνώση ο σχετικισμός δέχεται ότι αυτή είναι υποκειμενική.

Τελεολογία: Διδασκαλία σύμφωνα με την οποία όλα τα πράγματα τείνουν προς κάποιο σκοπό. Κύριος εκπρόσωπος της τελεολογικής θεώρησης του κόσμου είναι ο Αριστοτέλης.

Υλισμός: Βασικό ρεύμα της φιλοσοφίας αντίθετο προς τον ιδεαλισμό, κατά το οποίο πρωταρχικός παράγοντας και κύριο στοιχείο του σύμπαντος είναι η ύλη.