Οδυσσέα Ελύτη, «Η μέθοδος του "Άρα"» (απόσπασμα)Μπαίνοντας ο εικοστός αιώνας στο τελευταίο του τέταρτο, αισθάνομαι άστεγος και περιττός. Όλα είναι κατειλημμένα — ώς και τ' άστρα. Οι άνθρωποι έχουν απαλλαγεί από κάθε παιδεία, όπως στην εποχή του Τσέγκις Χαν, και δεν ερωτεύονται ούτε κατ' ιδέαν. Πρωθυπουργοί συναλλάσσονται με προσωπιδοφόρους, ποικίλες ομάδες καταλαμβάνουν αεροπλάνα και συλλαμβάνουν ομήρους, ενώ οι κολλεγιόπαιδες λύνουν εκπληκτικές εξισώσεις με μιαν ευκολία που είναι ν' απορείς: συν, πλην, διά, επί — άρα. Το μυστικό στη ζωή αυτή, φαίνεται, δεν είναι αν είσαι δούλος ή όχι· καθόλου. Είναι να οδηγείσαι με συνέπεια σε κάποιο «άρα» και να 'χεις έτοιμη την απάντηση. Πολύ ωραία. Μπροστά όμως σε μια φράση ποιητική, για ποιο λόγο αυτό το «άρα» στομώνει; Το μυαλό μας κάνει μαιάνδρους απίθανους προκειμένου στο μέλλον να σταδιοδρομήσει στα εργαστήρια, στους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους, οπουδήποτε οσφραίνεται όφελος χειροπιαστό. Προκειμένου όμως να καταλήξει σε μια συνειδητοποίηση του είναι παραμένει στην πρώτη του Δημοτικού. Γιατί; Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει· άρα; Μηδέν ο μαθητής. —Ο ήλιος κυκλοδίωκτος, ως αράχνη, μ' εδίπλωνε· άρα; Κενό. Το τρανζίστορ μας ναι· αυτό ξέρουμε να το λύνουμε και να το επανασυνδέουμε στο άψε-σβήσε. Όλα γίνεται να τα λύσεις και να τα επανασυνδέσεις, εκτός από τα λόγια που έγραψε ο ποιητής. Κάποια βίδα στο τέλος θα σε μπερδέψει. Μήτε που θα εφαρμόζει πουθενά, μήτε που χωρίς αυτήν θα λειτουργεί το μηχάνημα. Και ο ίδιος ο ποιητής, εάν κληθεί να δοκιμάσει, θ' αποτύχει. Τον ακολουθούν οι προθέσεις του, που, αυτές, ενόσω ακόμη έγραφε, τον είχαν εγκαταλείψει χωρίς να το καταλάβει, για ν' αφήσουν τη θέση τους σε άλλες, δοσμένες άγνωστο από πού και κλειδωμένες μέσα στο τελικό αποτέλεσμα με μιαν ευλογοφάνεια που κάνει και τον ίδιον ν' απορεί. Την αδεξιότητά του, που εντούτοις ευστόχησε, δεν μπορεί παρά να τη δικαιολογήσει με κάποιο ψέμα. Εκ των υστέρων, όλοι οι ποιητές, εξηγώντας τα ποιήματά τους, λένε ψέματα. Όταν όμως ο αναγνώστης αδυνατεί και ο ποιητής επιφυλάσσεται, τί γίνεται; Το διδακτικό προσωπικό των λυκείων και των πανεπιστημίων είναι σε θέση να μας πληροφορήσει με πάσαν ακρίβεια ποιες και πόσες παραλλαγές από κάθε στίχο του Σολωμού υπάρχουν, όπως επίσης —και ακόμη καλύτερα— τί ήτανε η Σχολή του Αμμωνίου Σακκά. Να μας πει όμως για ποιο λόγο συνιστά ποίηση της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι και από το άλλο άκρο, το μια Κυρία Ειρήνη Ανδρονίκου Ασάν, ποτέ. Ούτε θα ήτανε δυνατόν. […] [πηγή: Οδυσσέας Ελύτης, Εν λευκώ, Ίκαρος, Αθήνα 2006, σ. 165-166] |