Kείμενο 9 Το μέλλον θα είναι άλλο
Το μέλλον είναι ήδη –ή θα είναι– άλλο. Με αυτήν τη βασική πρόταση, υπονοείται ότι το μέλλον δε θα ακολουθήσει όσα υποθέτουν οι αναλυτές. Δε θα αντιστοιχεί σε εκείνα που τεκμηριώνουν οι τεχνοκράτες, μήτε σε όσα φοβούνται ή ελπίζουν οι άνθρωποι. Κοντολογίς, το μέλλον δε θα μοιάζει με ό,τι προβλέπουν οι σημερινοί.
Το μέλλον μας, λοιπόν, θα είναι άλλο. Η γενική αυτή θέση, που αρνείται κάθε πρόβλεψη, ενισχύεται από το κύριο, νομίζω, συμπέρασμα των τελευταίων δεκαετιών: Ότι δηλαδή τα μεγάλα ιστορικά ή κοινωνικά φαινόμενα περίπου αιφνιδίασαν, ακολουθώντας δρόμους μη αναμενόμενους. Και όταν κινήθηκαν με κάποια υποτιθέμενη συνέπεια, απέχουν πολύ από το να αποκαλύπτουν μια λογική της Ιστορίας. Σε μεγάλο βαθμό, η πορεία προς το μέλλον έχει λοιπόν χαοτική υφή. […]
Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί την εκρηκτική ανάπτυξη του Διαδικτύου· πολύ περισσότερο, τις προεκτάσεις που αυτή η ανάπτυξη έχει στην οικονομία ή τη διάδοση της γνώσεως – ποιας γνώσεως, όμως; Στο χώρο άλλωστε των ιδεών, ο θρίαμβος της επιστήμης κατά τον εικοστό αιώνα συνοδεύτηκε από ένα αναπάντεχο κύμα θρησκευτικών εξάρσεων, μυστικισμού και επανακάμψεως της μαγείας.
Είναι ωστόσο ενδιαφέρον ότι το απρόβλεπτο της Ιστορίας δε χαρακτηρίζει μόνο το μακρόκοσμό της: τον κόσμο δηλαδή της κοινωνίας ή των εθνών, της οικονομίας και των ιδεολογιών. Φαίνεται να ισχύει και στη μικροκλίμακα της ανθρώπινης ζωής, σε ό,τι συνιστά την καθημερινότητα και τις προσδοκίες μας. Δεν πάνε πολλά χρόνια που η θεαματική διάδοση της τηλεοράσεως είχε οδηγήσει, ειδικούς και μη, σε θρήνους για το τέλος του κινηματογράφου. Σήμερα, ωστόσο, ο κινηματογράφος παρουσιάζει σπάνια άνθιση, τόσο σε ποιότητα ταινιών όσο και σε ανανεωμένες αίθουσες. Είναι χρήσιμο να δούμε αν την ίδια τύχη θα έχει και η πρόβλεψη που θέλει το ηλεκτρονικό βιβλίο να αντικαθιστά τις σελίδες του χαρτιού με το χαρακτηριστικό τους άρωμα και τη φθορά του χρόνου. Όσο για την κινητή τηλεφωνία, είναι γεγονός ότι εισέβαλε στην καθημερινότητα, ανοίγοντας νέους δρόμους αλλά και ήθη στην επικοινωνία. Η διαπίστωση όμως ότι η πραγματική επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους βρίσκεται πάντοτε σε κρίση δεν απέχει πολύ από την αλήθεια. Σχηματικά λοιπόν, στην πορεία προς το μέλλον δύο άξονες εμφανίζονται διακριτοί: Ο πρώτος είναι η τρομακτική επιτάχυνση των εξελίξεων, τόσο στο μακρόκοσμο της Ιστορίας όσο και στο μικρόκοσμο τον ανθρώπινο ή της καθημερινότητας. Η επιτάχυνση αυτή, ενώ ως κινητήρια δύναμη έχει κυρίως την τεχνολογία, δε φαίνεται να απηχεί την κλασική έννοια της προόδου. Είναι συχνά ανεξέλεγκτη, κάποτε αντιφατική, και πάντως χωρίς να είναι ορατά τα επόμενά της βήματα. Από την άλλη –ο άλλος άξονας– είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Μοιάζει αμήχανος ή υποτάσσεται στις εξελίξεις, που είναι συχνά ευεργετικές. Αλλού ανθίσταται. Δε φαίνεται όμως, προς ώρας τουλάχιστον, να έχει αλλοιωθεί η βαθύτερή του φύση. Παραμένει νοσταλγός του ονείρου και μιας άλλης ζωής, αναζητεί αξίες και πρότυπα, προσπαθεί να ισορροπήσει – ενώ η περιδίνηση των πάντων χαρακτηρίζει την εποχή μας. Ο μετέωρος άνθρωπος: Γνώστης της κοσμικής του ασημαντότητας συνεχίζει ωστόσο να αισθάνεται τα ρίγη της υπάρξεως και της ιστορίας του. Με δυο λόγια, να δημιουργεί πολιτισμό. […]
Στη χαοτική πορεία του ανθρώπου προς το μέλλον, οι εξωγενείς παράγοντες, που σήμερα εκφράζονται κυρίως από την ανεξέλεγκτη τεχνολογία και ένα στυγνό οικονομισμό, υπάρχει πιθανότητα να ισοπεδώσουν τις εκφράσεις του πολιτισμού του, αλλά και τους εσωτερικούς του κραδασμούς. Ο μετα-άνθρωπος, που θα δημιουργηθεί, δεν μπορεί να περιγραφεί, μήτε η κοινωνία η τότε. Θα είναι ίσως ένα μείγμα εικονικής πραγματικότητας και αθέατης εξουσίας των ισχυρών.
Αν όμως υποτεθεί ότι το τοπίο της ψυχής πάντοτε θα αναζητεί τις αξίες της αλληλεγγύης και του πολιτισμού, της δικαιοσύνης ή του έρωτα, τότε ο σημερινός κύκλος –κύκλος βαρβαρότητας– κάποτε θα κλείσει. Ένας καινούριος ασφαλώς θα ανοίξει. Ο καινούριος αυτός κύκλος δε θα θυμίζει εκείνους του παρελθόντος, όπως θα επιθυμούσαν μερικοί ουτοπιστές. Με τον έναν ή τον άλλο όμως τρόπο, θα επαναφέρει στο κέντρο του το ανθρώπινο πρόσωπο.
Γιώργος Γραμματικάκης, ένθετο «Βιβλιοθήκη», εφημ. EΛΕΥΘΕΡOΤΥΠIΑ, 2000