Νεοελληνική Γλώσσα (Γ΄ Γυμνασίου) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)

Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής [πηγή: Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα]

A EIΣAΓΩΓIKA KEIMENA

Εικόνα

ΕικόναKείμενο 1 [H εργασία στο μέλλον]

Βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη μεταβατική περίοδο όπου η ταχεία ανάπτυξη της τεχνολογίας, των επικοινωνιών και της πληροφορικής προκαλεί μια πραγματική επανάσταση με τεράστιες και απρόβλεπτες συνέπειες στην οικονομία, την παραγωγή, την αγορά εργασίας και την εκπαίδευση. Για τα ζητήματα αυτά τίποτα δεν μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια και οι ειδικοί κινούνται στον τρίπτυχο άξονα: Τάσεις – Προβλέψεις – Προοπτικές.

Ο Tόφλερ, το 1982, υποστηρίζει ότι με το σημερινό ρυθμό ανάπτυξης της γνώσης, όταν ένα παιδί που έχει γεννηθεί σήμερα θα αποφοιτήσει αργότερα από το Πανεπιστήμιο, τότε η ποσότητα γνώσεων στον κόσμο θα είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερη. Όταν το ίδιο παιδί θα είναι τριάντα ετών, το 97% των γνώσεων που θα έχει αποκτήσει ο κόσμος, θα έχουν μαθευτεί από τη χρονολογία γέννησής του και μετά.

Στο οικονομικό και εργασιακό περιβάλλον, την ίδια στιγμή που καταρρέουν επιχειρήσεις με παραδοσιακά επαγγέλματα και παρωχημένη τεχνογνωσία, εμφανίζονται νέα επαγγέλματα στον τομέα των υπολογιστών, της γενετικής, της επικοινωνίας, της πληροφόρησης, της οικολογίας, της ιατρικής κ.λπ.

E. Pέππα, T. Φωτιάδου-Zαχαρίου, «Tο μέλλον της εργασίας και της εκπαίδευσης στη νέα κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα», Eπιθεώρηση Συμβουλευτικής και Προσανατολισμού EΛEΣYΠ, τεύχ. 40-41, 1997 (διασκευή)

Eρωτήσεις κατανόησης

  1. Γιατί είναι πρακτικά αδύνατη η ακριβής πρόγνωση των μελλοντικών όρων της εργασίας και της παραγωγής;
  2. Πολλοί υποστηρίζουν ότι η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών οδηγεί στην αύξηση της ανεργίας. Το κείμενο που διαβάσατε επιβεβαιώνει την άποψη αυτή;

Εικόνα Kείμενο 2 Oικοδομώντας το μέλλον

Κάποια φορά, στη διάρκεια της δεκαετίας του '50, καθώς επέστρεφα με πλοίο από τη Βραζιλία, μείναμε για μια μέρα στο Τρινιντάντ κι εγώ αποφάσισα να ρίξω μια ματιά στη σημαντικότερη πόλη, το Πορτ οφ Σπαίην.

Την εποχή εκείνη, όταν επισκεπτόμουν μια πόλη, ενδιαφερόμουν να γνωρίσω τις πιο φτωχές περιοχές της – να δω πώς είναι εκεί η ζωή. Έτσι χάζεψα κάμποσο στους λόφους, στη νέγρικη συνοικία της πόλης, τριγυρνώντας με τα πόδια. Είχα πάρει το δρόμο της επιστροφής, όταν σταμάτησε πλάι μου ένα ταξί κι ο οδηγός του μου είπε: «Έι, κύριε! Θέλεις να δεις την πόλη; Θα σου κοστίσει μόνο πέντε μπίβι».

«Εντάξει», του είπα και μπήκα μέσα.

Ο οδηγός έστριψε προς τα πάνω, να με πάει να δω κάποιο ανάκτορο, λέγοντας: «Θα σου δείξω όλα τα ωραία μέρη».

«Όχι, ευχαριστώ», απάντησα. «Τέτοια βρίσκω παντού, είναι ίδια σε όλες τις πόλεις. Εγώ θέλω να δω το πιο υποβαθμισμένο μέρος της πόλης, εκεί όπου ζουν οι πολύ φτωχοί. Εξάλλου μόλις πριν ήμουν εκεί πάνω, στους λόφους».

«Α! ώστε έτσι;», έκανε εντυπωσιασμένος. «Εντάξει, θα σου δείξω αυτό που θες. Μετά, όταν θα έχουμε τελειώσει, θα σου κάνω και μια ερώτηση, γι' αυτό θέλω να κοιτάς το καθετί προσεχτικά».

Με οδήγησε λοιπόν σε μια γειτονιά Ινδών –είχαν κάνει εκεί κάποιο στεγαστικό πρόγραμμα– και σταμάτησε μπροστά σε κάποιο σπίτι που ήταν κατασκευασμένο με τσιμεντόλιθους. Μέσα δεν υπήρχε σχεδόν τίποτε. Στα μπροστινά σκαλιά καθόταν ένας άντρας. «Τον βλέπεις αυτόν;», ρώτησε ο οδηγός. «Ο γιος του σπουδάζει Ιατρική στο Μαίρυλαντ».

Μετά με γύρισε στη γειτονιά, κι έτσι μπόρεσα να δω καλύτερα πώς ήταν εκεί. Βρήκαμε και μια γυναίκα που τα δόντια της είχαν ολωσδιόλου σαπίσει. Λίγο παρακάτω σταματήσαμε κι ο οδηγός με σύστησε σε δύο γυναίκες που τις θαύμαζε. «Μάζεψαν κι οι δύο τα λεφτά τους κι αγόρασαν μια ραπτομηχανή. Τώρα όλη η γειτονιά ράβεται σ' αυτές», είπε με περηφάνια. […]

Είδαμε πολλά ακόμη και τελικά ο οδηγός του ταξί γύρισε και μου είπε: «Και τώρα, καθηγητά μου, να και η ερώτηση. Είδες ότι οι Ινδοί είναι τόσο φτωχοί όσο κι οι Νέγροι, μερικές φορές και πιο φτωχοί, όμως κάπως, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, προοδεύουν – να, εκείνος ο άντρας έχει στείλει το γιο του στο κολέγιο, εκείνες οι γυναίκες δημιούργησαν μόνες τους ένα ραφτάδικο. Όμως οι άνθρωποι της φυλής μου δεν πάνε μπροστά. Γιατί;»

Του απάντησα ότι δεν ήξερα –αυτή την απάντηση έδινα σχεδόν σε κάθε ερώτηση–, όμως αυτός δε δέχτηκε τέτοιου είδους απάντηση από έναν καθηγητή. Προσπάθησα λοιπόν να βρω κάποια λογική αιτία. «Στην Ινδία, του είπα, υπάρχει μια μακρόχρονη παράδοση, η οποία πηγάζει από μια θρησκεία και μια φιλοσοφία χιλιάδων χρόνων. Έτσι οι άνθρωποι αυτοί, αν και δε ζουν στην Ινδία, είναι φορείς αυτής της παράδοσης για το τι είναι σημαντικό στη ζωή και προσπαθούν να οικοδομήσουν για το μέλλον και να βοηθήσουν τα παιδιά τους στις προσπάθειές τους – κάτι που έφτασε ως αυτούς μέσα απ' τους αιώνες».

Και συνέχισα λέγοντας: «Νομίζω ότι στους ανθρώπους της φυλής σου, δυστυχώς, δεν είχε δοθεί ποτέ η ευκαιρία να δημιουργήσουν μια τόσο μακρόχρονη παράδοση, ή, κι αν ακόμη είχε γίνει κάποτε αυτό, την έχασαν κατά τη διάρκεια της κατάκτησης και της σκλαβιάς τους». Δεν ξέρω αν ήταν αλήθεια αυτό, ήταν όμως η καλύτερη εξήγηση που διέθετα τη στιγμή εκείνη.

Ο οδηγός ένιωσε ότι αυτό που είπα ήταν μια καλή παρατήρηση, κι είπε ότι κι αυτός σχεδίαζε να οικοδομήσει για το μέλλον. Μάλιστα γι' αυτό το σκοπό έπαιζε στον ιππόδρομο κι αν κέρδιζε θα μπορούσε να αγοράσει ένα δικό του ταξί και να πάει πραγματικά μπροστά.

Εικόνα

Ένιωσα πολύ λυπημένος. Του είπα ότι το να ζητάει να χτίσει το μέλλον του περιμένοντας να κερδίσει στον ιππόδρομο ήταν κακή επιλογή, εκείνος όμως επέμενε ότι αυτός ήταν ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο θα μπορούσε να το κάνει. Ο άνθρωπος είχε τόσο καλές προθέσεις, η μέθοδος όμως που διάλεξε για να τις υλοποιήσει ήταν να επικαλείται την τύχη.

Richard P. Feynman, Τι σε νοιάζει εσένα τι σκέφτονται οι άλλοι;, μτφρ. Nίκος Kοτρίδης, εκδ. Τροχαλία, 1993

Eρώτηση κατανόησης

  • Ποιες είναι οι δύο φυλετικές κοινότητες στις οποίες αναφέρεται το κείμενο και ποια διαφορά υπάρχει μεταξύ τους στον τρόπο που αντιμετωπίζουν το μέλλον;

Εικόνα Kείμενο 3 [H μάντισσα]

Εικόνα

[...] Με τούτην την ύστερην λέξιν επάγωσε η Φροσύνη. Πώς τάχα εγνώριζε αυτό το απόκρυφο η γραία, ξένη γυναίκα; Τότε πλέον εσυμπέρανεν ότι με το προνοητικό που είχε θα της έλεγε καθαρά την μοίραν της και ετρόμαξε η δύστυχη κόρη μη της προφητεύσει άλλα δυστυχήματα και άλλες αμαρτίες, όμοιες με όλες εκείνες τες προγονικές συμφορές ή και χειρότερες. Εσηκώθηκε, επήγε κι έκοψε ένα μεγάλο φελί μπαρμπαρέλα*, επήρε και μια χούφτα ελιές, τα έδωκε της γύφτισσας και της είπε:

– Γριά μου, πήγαινε τώρα με την ευχήν του Θεού. Δεν θέλω ν' ακούσω τίποτε άλλο. Μου φανερώσεις ή δεν μου φανερώσεις την μοίραν μου, αυτή δεν αλλάζει. Την περιμένω και εγώ όπως θα μου την στείλει ο Παντοδύναμος.

– Άγια ομιλείς, κοπέλα μου, αλλ' αφουγκράσου με! Έχεις καλήν μοίραν, αν κάμεις ό,τι σου ειπώ, μα τούτο το ψωμί. Διαφορετικά θα στραβώσει.

Η γύφτισσα την εκοίταξε με κάτι μάτια που την εγήτεψαν.

– Κάμε γρήγορα! Μίλησε! της είπε η Φροσύνη.

– Για άνοιξέ μου πάλιν το χεράκι σου. Εδώ μεγάλη πολιτεία. Ω! πολυκοσμία, ωσάν τα μαλλιά της κεφαλής σου, και σ' όλους ανάμεσα ένας νέος, μα τι νέος! Λιανοκάμωτος, λεβέντικος, ξανθομάλλης, απαράλλακτος με εκείνον τον Καβαλάρη, που κρέμεται στο προσκέφαλό σου. Εδώ πέρα το χρυσάφι. Έλα, παλικάρι και ομορφονιέ, και από μεγάλο γένος, έλα πάρε πρώτα το μάλαμα, πάρε και τη νύφη, οπού είναι καλύτερη από το μάλαμα· εδώ παρέκει η εκκλησία...

Εις εκείνην την στιγμήν σύγνεφο μαύρο, ωσάν πίσσα, εσκέπασε τον ήλιον και το πρόσωπο της γραίας εκατήφιασε.

– Κάτι αλλότριο βλέπεις, της είπε η Φροσύνη.

– Τίποτε, κοπέλα μου· είναι γραμμένο· θα έχεις καλήν μοίραν. Πολλοί γαμπροί σε ζήτησαν έως τώρα και πολύ περισσότεροι θα σε ζητήσουν ακόμη. Συ μην πάρεις κανέναν, όσο να έλθει ο σταλμένος από πέρα, από την μεγάλην πολιτείαν. Μοναχά να καλόχεις εκείνον τον Καβαλάρη, και αυτός με το σπαθί του θα σας φυλάξει.

Καθώς ετέλειωσε τον λόγον, ο ήλιος έσχισε το σύγνεφο, και η γραία με νεανικό τίναγμα επετάχθη από χάμου, τα μάγουλά της εξεζάρωσαν, άστραφτε η θωριά της, ένα αέρινο στεφάνι εκύκλωσε τα μαλλιά της, απλωμένα, χρυσόξανθες πλεξίδες, το λερό κουρελιασμένο φουστάνι της έλαμψε, ωσάν βασιλική πορφύρα – κι εχάθη.

Από εκείνην την ημέραν η Φροσύνη άλλο δεν είχε εις τον νουν της παρά τον ερχόμενον γαμπρόν. Ημέρα και νύκτα εθεωρούσε με πόθον αμίλητον την εικόνα του Ταξιάρχη, οπού με τον λόγον εκείνης της θείας γυναικός ήταν το προεικόνισμα του ανθρώπου, οπού έμελλε να γίνει ταίρι της.

Iάκωβος Πολυλάς, «Tα τρία φλωριά», Αλλόκοτα, Παράξενα,
Μαίρη Γιόση, Άννα Χρυσογέλου-Κατσή, Μαρία Λαϊνά (επιλογή – επιμέλεια), εκδ. του Εικοστού πρώτου, 1995

* φελί μπαρμπαρέλα: κομμάτι από άζυμο ψωμί καλαμποκιού

Eρωτήσεις κατανόησης

  1. Ποια είναι τα συναισθήματα της Φροσύνης καθώς ακούει τις προφητείες της μάντισσας; Ποιες αντιδράσεις της τα φανερώνουν;
  2. «Κάτι αλλότριο βλέπεις»: Bρείτε τη σημασία της λέξης «αλλότριο» στο Λεξικό. Με ποια σημασία τη χρησιμοποιεί η Φροσύνη; Από ποια στοιχεία του κειμένου το συμπεραίνετε;
  3. Σε ποια εποχή και σε ποιο κοινωνικό πλαίσιο νομίζετε ότι διαδραματίζεται η σκηνή που διαβάσατε; Ποιο νομίζετε ότι είναι το κοινωνικό και το μορφωτικό επίπεδο των προσώπων που συνομιλούν; (Προσπαθήστε να στηρίξετε τις υποθέσεις σας στα στοιχεία του κειμένου.)

ΕικόναKείμενο 4 Η νέα γενιά

   […] Για τη σημερινή νέα γενιά λέγεται ότι πρόκειται για μάζα καθοδηγούμενη, χωρίς όνειρα –εκτός από αυτά ενός κινητού κι ενός αυτοκινήτου–, που ζει με Ρουβά και «Big Brother» και άλλα πολλά που τα γνωρίζετε.

Φυσικά και υπάρχει αυτή η κατηγορία παιδιών, όπως πάντα υπήρχαν τα αντίστοιχα σε κάθε γενιά. Η διαφορά της «υπόλοιπης» σημερινής από τις προηγούμενες είναι ότι καθώς μεγαλώνει σε μια τραγική εποχή –που σημειωτέον, δημιούργησαν οι μεγαλύτεροί τους που φέρουν και την ευθύνη– έχει εξαρχής, και μάλιστα βίαια, δοσμένη «όλη την πληροφορία». Πρόκειται για μια γενιά που δεν προλαβαίνει να αφουγκραστεί και να επεξεργαστεί, αλλά αναγκαστικά οφείλει να αποδεχτεί και να διαχειριστεί άμεσα.

Εκεί, ο κάθε χαρακτήρας αντιδρά αλλιώς. Γι' αυτό νομίζω ότι είμαστε μπροστά σε μία πλουραλιστική νέα κοινωνία, αρκετά ανεκτική και ανοικτή, και ταυτόχρονα πολύ ψυλλιασμένη, επιφυλακτική και σε διαρκή αμφισβήτηση. Άλλωστε ακόμα και η απάθεια είναι συχνά μια μορφή αντίδρασης. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι νέοι σήμερα φορούν τα πάντα και δεν ακολουθούν μία μόδα, ότι ακούνε διάφορες μουσικές και όχι μόνο ένα είδος, ότι ψηφίζουν διαφορετικά κόμματα σε κοινές παρέες, ότι γεμίζουν μικρά θέατρα και σινεφίλ αίθουσες, ότι κατέβηκαν στους δρόμους, ότι δεν παραμυθιάζονται με ήρωες και ινδάλματα ή στρέφονται σε εκείνους του παρελθόντος, όπως ο Τσε ή ο Μάρλεϊ.

Ας κοιτάξουμε λίγο περισσότερη ώρα στα μάτια αυτούς τους πιτσιρικάδες, που έγιναν απότομα έφηβοι. Είναι εκείνοι που μεγαλώνουν και αρκετά μόνοι –αφού πια αμφότεροι οι γονείς δουλεύουν–, είναι εκείνοι που κάνουν παρτ τάιμ δουλειές, για να μη ζητάνε συνέχεια χαρτζιλίκι, είναι εκείνοι που μάλλον δεν θα κληρονομήσουν ένα διαμερισματάκι, γιατί τα λεφτά λιγοστεύουν. Κι αν τους κατηγορούμε ότι «μπαίνουν από νωρίς στο λούκι» και δεν ασχολούνται με άλλα πράγματα, ας σκεφτούμε, αν έχουν στ' αλήθεια εναλλακτική λύση, στην κοινωνία που τους υποδέχτηκε.

Εικόνα

Mία Kόλλια, εφημ. CITY PRESS, 2003 (διασκευή)

Eρωτήσεις κατανόησης

  1. Ποια επίδραση ασκεί στους νέους η υπερπροσφορά «πληροφορίας» στην εποχή μας;
  2. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της κοινωνίας που θα διαμορφώσει στο άμεσο μέλλον η σημερινή νέα γενιά, σύμφωνα με τη συγγραφέα του χρονογραφήματος;

εικόνα