1.1. Ο ρόλος των χρωμάτων στο χώρο 1. Νταμούχαρη Πηλίου. Το χρώμα δεν είναι απλώς ένα συμπληρωματικό στοιχείο που χρησιμοποιείται σε ένα αρχιτεκτονικό έργο, αλλά καθοριστικός συντελεστής στη λειτουργία και την αισθητική του χώρου. Τα χρώματα διαφοροποιούνται ανάλογα με τη χρήση του χώρου. Για παράδειγμα, σε ένα κατάστημα που πρέπει να εντυπωσιάζει, για να εξασφαλίσει την προσοχή των πελατών, μπορούν να χρησιμοποιηθούν έντονα χρώματα και αντιθέσεις. Οι διαφορετικές αποχρώσεις μπορούν να εντείνουν μια επιφάνεια ή να υποβαθμίσουν μια άλλη, να τονίσουν τη διάρθρωση του χώρου και να αναδείξουν τα δομικά του στοιχεία (δάπεδο, τοίχοι, οροφή). Οι αποχρώσεις των αντικειμένων που τοποθετούνται σε ένα χώρο μπορούν να του προσδώσουν έμφαση ή διακριτικότητα. Αν συγκρίνουμε τα χωριά της χώρας μας, όπου οι άνθρωποι ζουν κοντά στη φύση και δέχονται τον κατακλυσμό των χρωμάτων της, με τις πόλεις, όπου κυριαρχεί το γκρίζο των μεγάλων κτιρίων από μπετόν, διαπιστώνουμε πόσο περισσότερη ανάγκη για χρώμα μέσα στα σπίτια τους έχουν οι άνθρωποι των αστικών κέντρων.
1.2. Οι ιδιότητες και οι κατηγορίες των χρωμάτων Κάθε χρώμα χαρακτηρίζεται από τρεις ιδιότητες. Η απόχρωση δηλώνει από ποια χρώματα έχει δημιουργηθεί και σε ποια ποσότητα αυτά έχουν αναμειχθεί, οπότε π.χ. ένα πορτοκαλί μπορεί να είναι κοκκινο-πορτοκαλί ή κιτρινο-πορτοκαλί (Εικ.α). Η φωτεινότητα (τόνος) χαρακτηρίζει το πόσο σκούρο ή ανοιχτό είναι ένα χρώμα (Εικ.β). Η ένταση (λαμπρότητα) χαρακτηρίζει το καθαρό χρώμα που έχει προκύψει από λίγες αναμείξεις, π.χ. το κόκκινο έχει μεγαλύτερη ένταση από το μοβ και το μοβ έχει μεγαλύτερη ένταση από το καφέ (Εικ.γ).
Οι τρεις ιδιότητες των χρωμάτων επηρεάζονται από το μέγεθος που έχει κάθε χρωματική επιφάνεια και από την παράθεση των χρωμάτων.
1.3. Ο ρόλος του φωτός στο χώρο Το φως είναι ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο στη διακόσμηση, αφού τα επίπεδα, οι όγκοι, το βάθος και η πλαστικότητα του χώρου εξαρτώνται από τον τρόπο που φωτίζονται. Ο φωτισμός μπορεί να διαφοροποιείται ως προς την ποιότητα (φυσικός - τεχνητός), την ένταση και την κατεύθυνση. Ο φυσικός φωτισμός μεταβάλλεται, ενώ ο τεχνητός είναι σταθερός και ελεγχόμενος. Στις παρακάτω εικόνες βλέπουμε πώς αλλάζει ο χώρος και τα αντικείμενα ανάλογα με το φωτισμό. γ. Ο έγχρωμος φωτισμός μπορεί να ενισχύσει ή να ατονήσει ένα χρώμα. Π.χ. αν φωτίσουμε με ελαφρύ πράσινο φως μια κόκκινη επιφάνεια, θα χάσει την ένταση και την καθαρότητά της, ενώ αν φωτίσουμε μια κίτρινη, θα ενταθεί.
1.4. Η σύνθεση στον εσωτερικό χώρο Τα επιμέρους στοιχεία της σύνθεσης, δηλαδή τα μεγέθη, τα σχήματα, τα χρώματα, τα υλικά και η υφή των επιφανειών του χώρου (τοίχοι, πάτωμα, ταβάνι, πόρτες, παράθυρα) αλλά και των χρηστικών και διακοσμητικών αντικειμένων που επενδύουν το χώρο (έπιπλα κ.ά.), συμβάλλουν στη λειτουργικότητα και την αισθητική του χώρου. Π.χ. οι υψηλοί τοίχοι και τα μεγάλα ανοίγματα προσφέρουν χώρο και φως. Το ενιαίο πάτωμα ενοποιεί και ζεσταίνει όλους τους επιμέρους χώρους. Η λιτή επίπλωση κάνει ένα χώρο άνετο και λειτουργικό. Η σύνθεση όλων των στοιχείων σε ένα σύνολο βασίζεται σε κανόνες, οι οποίοι καθορίζουν το αποτέλεσμα δημιουργώντας τα διαφορετικά διακοσμητικά στιλ. Στα παρακάτω σχέδια βλέπουμε διάφορους τρόπους με τους οποίους επιτυγχάνεται μια βασική αρχή της σύνθεσης, η ισορροπία.
1.5. Διακόσμηση και διακοσμητικά στιλ Η διακόσμηση αφορά τη διαμόρφωση των εσωτερικών χώρων, ώστε να τους εξασφαλίσει λειτουργικότητα και ομορφιά. Η διακοσμητική τέχνη δανείζεται διάφορα στοιχεία από τις άλλες τέχνες, όπως τις χρωματικές κλίμακες και τις φόρμες από τη ζωγραφική, τους όγκους και τα ανάγλυφα από τη γλυπτική. Ωστόσο, αυτά τα δανεικά στοιχεία δεν την υποβαθμίζουν, αλλά την αναδεικνύουν σε συνθετική τέχνη.
Η διακόσμηση ακολουθεί τις αντιλήψεις της κοινωνίας για την τέχνη και έτσι δημιουργούνται τα διάφορα στιλ, δηλαδή το ύφος κάθε εποχής. Το στιλ μπαρόκ διακρίνεται για την πληθωρικότητα και το βάρος του, χρησιμοποιεί πολλά διακοσμητικά στοιχεία, ανάγλυφα, τοιχογραφίες, σκαλιστά έπιπλα, πολύχρωμους τάπητες κ.ά. (Εικ.7). Το Νεοκλασικό στιλ οργανώνεται με κάθετες και οριζόντιες γραμμές. Χρησιμοποιεί αυστηρές φόρμες, λιτά χρώματα και συμμετρικές επιφάνειες και διακοσμεί το χώρο με ανάκλιντρα, καναπέδες, μπουφέ, βιτρίνες, πολυελαίους κ.ά. Είναι το στιλ που εκφράζει αρχοντιά, φινέτσα και αρμονία (Εικ.8). Το μοντέρνο στιλ δίνει έμφαση στη λειτουργικότητα του χώρου, χρησιμοποιώντας την επίδραση του φωτός, τη διακοσμητική εκφραστικότητα του χρώματος και τις ιδιότητες των υλικών (Εικ.9).
Από τότε που δημιουργήθηκε η κοινωνία στην αρχαία Ελλάδα, οργανώνονταν οι τελετουργικές εκδηλώσεις προς τιμή των θεών, οι οποίες στα μέσα του 6ου αι. π.Χ. απέκτησαν θεατρική μορφή. Οι πρώτες παραστάσεις δόθηκαν στην Αττική και ήταν αφιερωμένες στο θεό Διόνυσο. Ο χώρος του θεάτρου αποτελούνταν από τρία μέρη: τη σκηνή, μια ξύλινη κατασκευή παραλληλόγραμμου σχήματος όπου έπαιζαν οι υποκριτές, την ορχήστρα, δηλαδή τον κυκλικό χώρο μπροστά από τη σκηνή, όπου παρέμενε ο χορός και το κοίλον, το χώρο για τους θεατές. Για το ανέβασμα ενός έργου ο χώρος διαμορφωνόταν από το σκηνογράφο. Τα παραπετάσματα ήταν κινητά ζωγραφισμένα τελάρα που τοποθετούνταν μπροστά από τη σκηνή και απεικόνιζαν τους σχετικούς με το έργο χώρους. Χρησιμοποιούνταν ξύλινες κατασκευές που εμφάνιζαν τους θεούς, με γερανούς, τροχαλίες και σκοινιά και οι ηθοποιοί φορούσαν ενδύματα, κοθόρνους και προσωπεία. Με τον καιρό, τα διάφορα σκηνικά τυποποιήθηκαν, με αποτέλεσμα στην τραγωδία να παρουσιάζουν την πρόσοψη ανακτόρου ή ναού, στην κωμωδία μια πλατεία μπροστά από ένα σπίτι και στο σατυρικό δράμα μια παραθαλάσσια περιοχή ή ένα δάσος. Το αρχαίο ελληνικό δράμα έθεσε τις βάσεις για την εξέλιξη του θεάτρου και της σκηνογραφίας.
1.7. O σχεδιασμός του σκηνικού Ο σκηνογράφος διαμορφώνει εικαστικά το χώρο της σκηνής του θεάτρου, ώστε να αναδειχτούν το περιεχόμενο του έργου και οι ιδέες του σκηνοθέτη. Τα σκηνικά παρουσιάζονται με ζωγραφικά σχέδια ή τρισδιάστατες μικρές κατασκευές (μακέτες).
14. Βακαλό, ζωγραφική μακέτα σκηνικού για το έργο «Ιππής» του Αριστοφάνη, Εθνικό Θέατρο, Επίδαυρος, 1968.
15. Τσαρούχης*, ζωγραφική μακέτα σκηνικού για το έργο «Το κουρέλι» του Νικονέμι, με πρωταγωνίστρια την Έλλη Λαμπέτη, 1951.
Κατασκευή τρισδιάστατης μακέτας για έργο που διαδραματίζεται σε δυο χώρους Έπειτα το σκηνικό μπορεί να «κλείσει» (Εικ.ε),
οπότε ο χώρος διαμορφώνεται εκ νέου για να ολοκληρωθεί το έργο στο δεύτερο αυτό σκηνικό (Εικ.στ-η).
|