Γραμματική Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού

B. Γλωσσάρι

 

Αντικείμενο: Η ονοματική φράση που συνοδεύει ένα μεταβατικό ρήμα και δηλώνει σε ποιον μεταφέρε-
ται η ενέργεια του ρήματος αυτού. Π.χ. Η Μαρία άνοιξε την πόρτα.

Αντώνυμα: Οι λέξεις που έχουν αντίθετη σημασία. Π.χ. καλός – κακός.

Αντωνυμία: Κλιτή λέξη που αντικαθιστά ονοματικές φράσεις. Π.χ. Αυτή είναι η αδερφή του.

Άρθρο: Μικρή κλιτή λέξη που μπαίνει μπροστά από ουσιαστικά, επίθετα, κλιτές μετοχές και ορισμένες
αντωνυμίες. Μας δηλώνει αν η ονοματική φράση που συνοδεύει είναι αρσενικό, θηλυκό ή ουδέ-
τερο (γένος), αν πρόκειται για ένα ή πολλά (αριθμό), σε ποια πτώση βρίσκεται, και κατά πόσον
κάτι είναι ορισμένο ή αόριστο. Π.χ. ο δάσκαλος, του δάσκαλου, η καρέκλα, της καρέκλας, τα
παιδιά, των παιδιών.

Αριθμητικά: Λέξεις που φανερώνουν αριθμούς. Χρησιμοποιούμε τα αριθμητικά για να δείξουμε ποσό-
τητα (π.χ. τρία), σειρά (τρίτος), ή για να δηλώσουμε από πόσα μέρη αποτελείται κάτι (π.χ. τρι-
πλός), πόσες φορές μεγαλύτερο είναι από κάτι άλλο (π.χ. τριπλάσιος) ή για να αναφερθούμε
σε μονάδες που αποτελούν ένα σύνολο (π.χ. τριάδα).

Αριθμός: Χαρακτηριστικό των κλιτών μερών του λόγου, το οποίο δείχνει αν μιλάμε για ένα ή πολλά
πράγματα. Π.χ. το παιδί – τα παιδιά.

Αύξηση: Συλλαβή (έ- ή ή-) που προσθέτουμε στο ρήμα για να σχηματίσουμε τους παρελθοντικούς χρό-
νους. Π.χ. έλεγα, ήθελα.

Γένος: Χαρακτηριστικό βάσει του οποίου ταξινομούνται τα άρθρα, τα ουσιαστικά, τα επίθετα, οι αντω-
νυμίες, τα αριθμητικά και οι κλιτές μετοχές σε αρσενικά, θηλυκά και ουδέτερα. Π.χ. ο καλός
μαθητής, η καλή μαθήτρια, το καλό παιδί.

Έγκλιση: Τύποι του ρήματος που δείχνουν αν η πράξη που περιγράφουμε είναι πραγματική/βέβαιη (π.χ.
Ο γιος του κυρ Πέτρου σπουδάζει αστροναύτης.) ή επιθυμητή/αβέβαιη (π.χ. Ο κυρ Πέτρος
ήθελε να σπουδάσει ο γιος του αστροναύτης.) ή ακόμα αν απαιτούμε την πραγματοποίησή της
(π.χ. Έλα εδώ οπωσδήποτε.).

Εξαρτημένος: Ρηματικός τύπος με συνοπτικό – στιγμιαίο ποιόν ενεργείας. Τον βρίσκουμε πάντα μαζί
με μόρια (π.χ. θα, να), από τα οποία και εξαρτάται. Π.χ. θα γράψω, να γράψω. Eπίσης, ο άκλι-
τος τύπος του, «γράψει», συνδυάζεται με το ρήμα «έχω», π.χ. έχω γράψει, είχα γράψει.

Επίθετο: Λέξη που συνοδεύει τα ουσιαστικά και μας λέει κάθε φορά πώς ακριβώς είναι το ουσιαστικό,
δηλαδή τι ποιότητα ή ιδιότητα έχει. Π.χ. καλός φίλος, έξυπνη μαθήτρια.

Επίρρημα: Άκλιτη λέξη που συνοδεύει το ρήμα και το προσδιορίζει δίνοντάς μας πληροφορίες για τον
τόπο, τον χρόνο, τον τρόπο, την ποσότητα. Π.χ. Θα έρθει εδώ αύριο οπωσδήποτε.

Επιφώνημα: Άκλιτη λέξη με την οποία μπορώ να εκφράσω τα συναισθήματά μου. Π.χ. Αλίμονο!

Ευθύς λόγος: Τα λόγια κάποιου όπως ακριβώς τα λέει. Π.χ. Ο Ορέστης είπε: «Αύριο θα πάω εκδρομή».

Θέμα: Το σταθερό μέρος της λέξης, πάνω στο οποίο προστίθενται οι καταλήξεις. Π.χ. ερευνητ-ής, ερευ-
νητ-ές

Κατάληξη: Το μέρος της λέξης που αλλάζει. Π.χ. ερευνητ-ής, ερευνητ-ές

Κατηγορούμενο: Λέξη που εμφανίζεται μαζί με ένα συνδετικό ρήμα και αποδίδει μια ιδιότητα στο υπο-
κείμενο. Π.χ. Ο Γιάννης είναι τεμπέλης. Η Μαρία θα γίνει γιατρός.

Κειμενικός δείκτης: Λέξη ή φράση που χρησιμοποιούμε για να δείξουμε πώς συνδέονται οι προτάσεις
μέσα στο κείμενο. Π.χ. Ο Γιάννης είναι άρρωστος. Επομένως, δε θα έρθει στο σχολείο.

Κυριολεξία: Η χρήση μιας λέξης με την πραγματική της σημασία. Π.χ. Ο λύκος είναι μαύρος.

Λεκτικές πράξεις: Πράξεις που κάνουμε με τα λόγια. Π.χ. Βαφτίζεται ο δούλος του Θεού Ορέστης.

Μεταφορά: Η χρήση μιας λέξης με αλλαγμένη σημασία, η οποία συνδέεται όμως με την πραγματική της
σημασία. Π.χ. Η ζωή μου είναι μαύρη.

Μετοχές: Κλιτές (με κατάληξη -μένος, -μένη, -μένο) ή άκλιτες (με κατάληξη -οντας/-ώντας) λέξεις που
παράγονται από ρήματα. Π.χ. κουρασμένος, τρέχοντας.


Μόρια: Μικρές άκλιτες λέξεις. Π.χ. θα.

Ομώνυμα: Λέξεις που προφέρονται το ίδιο, αλλά έχουν διαφορετική σημασία. Π.χ. κριτικός (αυτός που
ασκεί κριτική) – Κρητικός (ο καταγόμενος από την Κρήτη).

Ουσιαστικό: Κλιτή λέξη που δηλώνει πρόσωπο, ζώο, τόπο, πράγμα, ενέργεια, κατάσταση ή ιδιότητα.
Π.χ. μαθητής, γάτα, σπίτι, τραπέζι, επίθεση, φτώχεια, κομψότητα.

Παραθετικά: Ο συγκριτικός και ο υπερθετικός βαθμός των επιθέτων και των επιρρήματων. Π.χ. ο πιο
μεγάλος, χαμηλότερα.

Πλάγιος λόγος: Τα λόγια κάποιου όπως τα μεταφέρει κάποιο τρίτο πρόσωπο. Π.χ. Ο Ορέστης είπε ότι
αύριο θα πάει εκδρομή.

Ποιόν ενεργείας: Τύπος του ρήματος που μας δείχνει αν η πράξη που περιγράφουμε είναι εξακολου-
θητική – επαναλαμβανόμενη (π.χ. γράφω, θα γράφω), αν αναφερόμαστε σε αυτή χωρίς να δεί-
χνουμε διάρκεια (συνοπτική – στιγμιαία, π.χ. έγραψα, θα γράψω) ή αν έχει ολοκληρωθεί (συντε-
λεσμένη, π.χ. έχω γράψει).

Πολύσημη λέξη: Λέξη με διαφορετικές σημασίες, οι οποίες έχουν σχέση μεταξύ τους και έχουν προ-
κύψει συνήθως από μεταφορά. Π.χ. το πόδι του ανθρώπου, το πόδι του τραπεζιού.

Πρόθεση: Μικρή άκλιτη λέξη που συνοδεύει μια ονοματική (ή προθετική) φράση και μαζί με αυτή δηλώ-
νει διάφορες ιδιότητες (τόπο, χρόνο, τρόπο, προέλευση κ.ά.). Π.χ. σε ένα σπίτι, για τρεις ώρες,
με προσοχή, από την Αθήνα. Μερικές προθέσεις χρησιμοποιούνται και στην παραγωγή/σύνθε-
ση λέξεων. Π.χ. συνοδεύω, καταγράφω.

Πρόταση: Μια σειρά από λέξεις η οποία περιλαμβάνει οπωσδήποτε ένα ρήμα και έχει δικό της, αυτο-
τελές νόημα. Π.χ. Η Μαρία κοιμάται.

Πτώση: Τύποι του άρθρου, του ουσιαστικού, του επιθέτου, της αντωνυμίας, των αριθμητικών και των
κλιτών μετοχών που δηλώνουν τη συντακτική λειτουργία τους μέσα στην πρόταση. Π.χ. Ο Γιάν-
νης κάλεσε τους φίλους του.

Ρήμα: Κλιτό μέρος του λόγου που το χρησιμοποιούμε για να εκφράσουμε μια ενέργεια ή κατάσταση.
Είναι το πιο κεντρικό μέρος του λόγου γιατί γύρω του χτίζουμε προτάσεις. Π.χ. Ο Θανάσης
έφυγε χτες.

Σύνδεσμος: Άκλιτη λέξη με την οποία μπορούμε να συνδέσουμε λέξεις, φράσεις και προτάσεις. Π.χ.
Είναι έξυπνη και χαριτωμένη. Ο Γιάννης και η Μαρία. Ήρθε, αλλά δε μας έφερε γλυκά.

Συνώνυμα: Οι διαφορετικές λέξεις που έχουν περίπου την ίδια σημασία. Π.χ. λευκός – άσπρος.

Τόνος: Σημείο που μπαίνει πάνω από το φωνήεν της λέξης το οποίο προφέρεται πιο δυνατά. Π.χ. καλός.

Υποκείμενο: Η ονοματική φράση σε ονομαστική που δείχνει το πρόσωπο ή το πράγμα που εκτελεί την
ενέργεια ενός ενεργητικού ρήματος (π.χ. Ο δάσκαλος τιμώρησε τον Πέτρο.) ή δέχεται την
ενέργεια ενός παθητικού ρήματος (π.χ. Ο Πέτρος τιμωρήθηκε.).

Φθόγγοι: Γλωσσικοί ήχοι με τους οποίους αναπαριστάται η προφορά των λέξεων. Π.χ. [κ]-[α]-[ρ]-
[ε]-[κ]-[λ]-[α].

Φράση: Ομάδα λέξεων μικρότερη από την πρόταση. Π.χ. το καινούριο βιβλίο.

Φωνήματα: Διαφορετικοί μεταξύ τους φθόγγοι, των οποίων η λειτουργία είναι να διαφοροποιούν
λέξεις μεταξύ τους.

Χρονική βαθμίδα: Το χρονικό επίπεδο στο οποίο πραγματοποιείται η πράξη που δηλώνει το ρήμα
(παρελθόν – παρόν – μέλλον).

Χρόνος: Τύπος του ρήματος που προκύπτει από τον συνδυασμό ποιού ενεργείας και χρονικής βαθμί-
δας. Π.χ. ενεστώτας: γράφω (εξακολουθητικό – επαναλαμβανόμενο, παρόν), αόριστος: έγρα-
ψα (συνοπτικό – στιγμιαίο, παρελθόν).



Βάσει του ν. 3966/2011 τα διδακτικά βιβλία του Δημοτικού, του Γυμνασίου, του Λυκείου, των ΕΠΑ.Λ. και των ΕΠΑ.Σ. τυπώνονται από το ΙΤΥΕ - ΔΙΟΦΑΝΤΟΣ και διανέμονται δωρεάν στα Δημόσια Σχολεία. Τα βιβλία μπορεί να διατίθενται προς πώληση, όταν φέρουν στη δεξιά κάτω γωνία του εμπροσθόφυλλου ένδειξη «ΔIΑΤΙΘΕΤΑΙ ΜΕ ΤΙΜΗ ΠΩΛΗΣΗΣ». Κάθε αντίτυπο που διατίθεται προς πώληση και δεν φέρει την παραπάνω ένδειξη θεωρείται κλεψίτυπο και ο παραβάτης διώκεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του νόμου 1129 της 15/21 Μαρτίου 1946 (ΦΕΚ 1946,108, Α').

Απαγορεύεται η αναπαραγωγή οποιουδήποτε τμήματος αυτού του βιβλίου, που καλύπτεται από δικαιώματα (copyright), ή η χρήση του σε οποιαδήποτε μορφή, χωρίς τη γραπτή άδεια του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων / IΤΥΕ - ΔΙΟΦΑΝΤΟΣ.