2. Ο βασιλιάς των Μυκηνών αρχιστράτηγος του Τρωικού πολέμου
Όσοι προέρχονταν από την καλά οχυρωµένη πόλη των Μυκηνών […] είχαν αρχηγό τον Αγαµέµνονα Ατρείδη µε εκατό καράβια. Οι άνδρες του ήταν οι περισσότεροι και οι καλύτεροι όλων, ενώ αυτός ανάµεσά τους ήταν χαλκοφορεµένος και υπερήφανος, γιατί σαν καλύτερος οδηγούσε και τους πιο πολλούς άνδρες. Όµηρος, Ιλιάδα Β 509-576, µτφ. Γ. Γιοβάνη
|
2. Οι Αχαιοί πήγαν και στην Κύπρο
Για πολλά χρόνια οι Μυκηναίοι έµποροι ταξίδευαν στην Κύπρο κι έπαιρναν από εκεί χαλκό. Το πολύτιµο αυτό µέταλλο υπήρχε άφθονο στο νησί. Αργότερα πολλοί από αυτούς εγκαταστάθηκαν µόνιµα εκεί. Έφτιαξαν αρκετές πόλεις και γύρω τους έχτισαν ψηλά τείχη. Οι πιο σπουδαίες πόλεις ήταν η Έγκωµη και το Κίτιο. Πολλοί Μυκηναίοι τεχνίτες, αγγειοπλάστες και χαλκουργοί, πήγαν στην Κύπρο, έφτιαξαν εργαστήρια και εργάζονταν εκεί. Μαζί µε τις οικογένειές τους έφεραν στην Κύπρο και τη θρησκεία τους και τις συνήθειες της ζωής τους. Από αυτούς έµαθαν οι Κύπριοι και την ελληνική γλώσσα που τη µιλούν µέχρι σήµερα. Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν στην Κύπρο τα ερείπια πολλών µυκηναϊκών πόλεων και πολλούς θολωτούς τάφους µε χρυσά κτερίσµατα, σαν αυτούς που βρήκαν και στις Μυκήνες. 1. Η ναυτική δράση των
Μυκηναίων φτάνει και στην Κύπρο 2. Ο βασιλιάς της Κύπρου χαρίζει θώρακα στον Αγαµέµνονα
Ο Όµηρος µάς πληροφορεί ότι οι κάτοικοι της Κύπρου δεν πήραν µέρος στον Τρωικό πόλεµο. Όταν όµως έφτασε στην Κύπρο η είδηση για τη µεγάλη εκστρατεία των Αχαιών, ο Κύπριος βασιλιάς Κινύρας έστειλε στον Αγαµέµνονα δώρο ένα χάλκινο θώρακα, να τον φορεί στη µάχη.Ο µύθος λέει ότι Αχαιοί πολεµιστές, γυρνώντας απ’ την Τροία, έφτασαν στην Κύπρο σπρωγµένοι από τα κύµατα. Εκεί έµειναν κι έφτιαξαν πόλεις, όπως την Πάφο, που την έφτιαξε ο Αγαπήνορας. Κι ο Τεύκρος, ο αδερφός του Αίαντα και γιος του Τελαµώνα από τη Σαλαµίνα, έκτισε τη Σαλαµίνα της Κύπρου. Άλλοι Αχαιοί πολεµιστές έκτισαν κι άλλες πόλεις κι εγκαταστάθηκαν εκεί. Όµηρος, Ιλιάδα (διασκευή)
|
3. Εµπορικές σχέσεις Κυπρίων και Μυκηναίων
Η Κύπρος έβγαζε τον καλύτερο χαλκό σε όλη τη Μεσόγειο. Οι Κύπριοι έπαιρναν το µετάλλευµα από τη γη και αφού το έλιωναν, το έχυναν σε καλούπια και έφτιαχναν µεγάλες πλάκες βάρους 15-17 κιλών, που µπορούσαν να τις µεταφέρουν στον ώµο τους δυνατοί άντρες. Ο µυκηναίος βασιλιάς, που ήταν υπεύθυνος για το εµπόριο και για όλη την παραγωγή, είχε έλθει σε συνεννόηση µε το φίλο του βασιλιά της Κύπρου και έκανε από κει εισαγωγή χαλκού. Το χαλκό τον διέθετε έπειτα στους τεχνίτες του για να κατασκευάσουν µε τα σφυριά και τα αµόνια χάλκινα όπλα για το στρατό(ξίφη, κράνη, ασπίδες, δόρατα και βέλη) αλλά και πολλά άλλα αντικείµενα από µέταλλο, που είτε τα χρησιµοποιούσαν εκεί, είτε τα εξήγαν και πάλι σε άλλες περιοχές. Επειδή την εποχή εκείνη δεν είχε ακόµα ανακαλυφθεί το νόµισµα, και το εµπόριο γινόταν µε ανταλλαγές προϊόντων, για το χαλκό που έπαιρναν οι Μυκηναίοι πρόσφεραν αρωµατικά λάδια στους Κύπριους. Το αρωµατικό λάδι, σαν τις σηµερινές κολόνιες, το παρασκεύαζαν οι Μυκηναίοι αναµειγνύοντας λάδι ελιάς µε ακριβά αρώµατα που έφερναν από την Ανατολή. Π. Βαλαβάνης, Ο λόφος µε τα κρυµµένα µυστικά, σελ. 21 (µε αλλαγές)
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
|
3. Η ακρόπολη των Μυκηνών
Στην Πελοπόννησο, στη βόρεια πλευρά του κάµπου του Άργους, βρίσκονται οι Μυκήνες. Σήµερα εκεί υπάρχουν µόνο ερείπια. Όµως, πριν από πολλά χρόνια, υπήρχε εκεί µια σπουδαία πόλη, που ήταν το µεγαλύτερο κέντρο του Μυκηναϊκού πολιτισµού. Η ακρόπολη των Μυκηνών χτίστηκε πάνω σε ένα λόφο και ήταν περιτριγυρισµένη από γερά τείχη. Ήταν τόσο µεγάλες οι πέτρες αυτών των τειχών, που οι άνθρωποι πίστευαν ότι θα τα έφτιαξαν κύκλωπες. Γι’ αυτό τα λένε µέχρι σήµερα κυκλώπεια τείχη. Τη µεγάλη πύλη του τείχους στόλιζαν δυο πέτρινα λιοντάρια, που παραµένουν στη θέση τους µέχρι σήµερα. Αυτή είναι η περίφηµη πύλη των λεόντων. Μέσα στην ακρόπολη βρισκόταν το ανάκτορο, όπου κατοικούσε ο βασιλιάς µε την οικογένειά του. Στο ισόγειο του ανακτόρου υπήρχε µια µεγάλη αίθουσα, το µέγαρο. Εκεί ήταν ο θρόνος του βασιλιά. Στο κέντρο της βρισκόταν µια στρογγυλή εστία, όπου έκαιγε η φωτιά. Εκεί ο βασιλιάς έκανε συµπόσια και διασκέδαζε µε τους φίλους του. ∆ίπλα από το µέγαρο υπήρχαν πολλά δωµάτια και λουτρά για τη βασιλική οικογένεια. Οι τοίχοι του ανακτόρου ήταν στολισµένοι µε όµορφες τοιχογραφίες που παρίσταναν πολεµικές σκηνές και σκηνές κυνηγιού. Μέσα στην ακρόπολη υπήρχαν και αποθήκες, εργαστήρια, θησαυροφυλάκια, σπίτια για τους φρουρούς, τους αξιωµατούχους και τους τεχνίτες, υπόγειες δεξαµενές νερού και το ιερό των θεών. Η πόλη των Μυκηνών, όπου ζούσε ο λαός, ήταν χτισµένη γύρω από την ακρόπολη. Οι κάτοικοι όµως, όταν πλησίαζαν εχθροί, έµπαιναν όλοι µέσα στην ακρόπολη για προστασία.
|
2. Τι λένε οι µύθοι για τις Μυκήνες
Σύµφωνα µε την παράδοση, ο µυθικός Περσέας, γιος του ∆ία και της ∆ανάης, αφού σκότωσε την τροµερή Μέδουσα, που πέτρωνε όποιον την αντίκριζε, έψαχνε µέρος να εγκατασταθεί. Κάποτε έφτασε και στις Μυκήνες. Είδε ένα λόφο που στα πόδια του απλωνόταν η πεδιάδα του Άργους και στο βάθος φαινόταν η θάλασσα. Του άρεσε το µέρος κι αποφάσισε να εγκατασταθεί εκεί. Άρχισε λοιπόν να κτίζει τις Μυκήνες. Κάλεσε και τους Κύκλωπες που έφτιαξαν τα τείχη. Παντρεύτηκε την Ανδροµέδα κι απόχτησε πολλά παιδιά κι εγγόνια. Το τελευταίο εγγόνι του ήταν ο Ευρυσθέας.Αργότερα, βασιλιάς των Μυκηνών έγινε ο Ατρέας και µετά ο γιος του, ο Αγαµέµνονας, που πολέµησε στην Τροία. Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη B 4,2-4 (διασκευή)
4. Τα κυκλώπεια τείχη
Τα τείχη έπρεπε τώρα να χτιστούν τόσο ψηλά και γερά, ώστε να προξενούν φόβο στους εχθρούς, αλλά και να αντέχουν σε µια πιθανή πολιορκία. Οι πέτρες έπρεπε να µεταφερθούν από µακριά και µερικές ήτανε πάρα πολύ µεγάλες. Όµως, οι Μυκηναίοι είχαν αναπτύξει πολύ τις τεχνικές γνώσεις τους, έχοντας αντιγράψει αρκετά από τους προχωρηµένους σε τεχνικά έργα λαούς της εποχής, τους Αιγύπτιους και τους Χετταίους.Για να ανεβάσουν ψηλά στο τείχος τους µεγάλους ογκόλιθους, δηµιουργούσαν πλαγιαστές ράµπες από σάκους µε άµµο. Πάνω σ’ αυτές τοποθετούσαν ξύλινα µαδέρια στα οποία έσερναν τις πέτρες. Όσο υψηλότερα ανέβαινε το τείχος, τόσο περισσότερη άµµο πρόσθεταν. Μόλις τελείωναν το χτίσιµο, έβγαζαν τους σάκους και όλα ήταν έτοιµα. Π. Βαλαβάνης, Ο λόφος µε τα κρυµµένα µυστικά, σελ. 20 (µε µικρές αλλαγές)
|
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
|
4. Η καθηµερινή ζωή των Μυκηναίων
Οι Μυκηναίοι ασχολήθηκαν πολύ µε το εµπόριο. Τα µυκηναϊκά καράβια ταξίδευαν σε όλη τη Μεσόγειο. Μετέφεραν σε άλλες χώρες αγγεία, λάδι, κρασί, όπλα και κοσµήµατα κι έφερναν στις Μυκήνες χρυσό, ασήµι, χαλκό, ελεφαντόδοντο και πολύτιµες πέτρες. Ήταν τόσο το χρυσάφι που απέκτησαν οι Μυκηναίοι, ώστε δίκαια ο Όµηρος ονόµασε τις Μυκήνες πολύχρυσες. Εκτός από καλοί έµποροι, ήταν και σπουδαίοι πολεµιστές. Είχαν πολλούς εχθρούς, γι’ αυτό έφτιαχναν τείχη γύρω από τις ακροπόλεις τους και γυµνάζονταν, για να είναι πάντα έτοιµοι για πόλεµο. Είχαν χάλκινες πανοπλίες, µε θώρακα, περικνηµίδες, ασπίδα και κράνη από χαλκό ή από δόντια αγριόχοιρου. Ήταν σπουδαίοι ιππείς και πολεµούσαν πάνω σε άρµατα που τα έσερναν άλογα. Έκαναν και πολλές γιορτές. ∆ιασκέδαζαν τρώγοντας, πίνοντας και κάνοντας αγώνες. Αγαπούσαν πολύ τη µουσική και από τις γιορτές τους δεν έλειπε ποτέ ο αοιδός, που έπαιζε τη λύρα και τραγουδούσε ηρωικά τραγούδια. Οι Μυκηναίες φορούσαν µακριές πολύχρωµες φούστες και µπλούζες µε µακριά µανίκια. Χτενίζονταν όµορφα, έφτιαχναν πολλές µπούκλες, βάφονταν και στολίζονταν µε πολλά κοσµήµατα. Οι άντρες φορούσαν χιτώνες, κούρευαν τα µαλλιά τους κι άφηναν γενειάδα και µουστάκι. Άντρες και γυναίκες φρόντιζαν πολύ το σώµα τους. Έκαναν λουτρά και αλείφονταν µε αρωµατικά λάδια. Κάθε πόλη είχε το βασιλιά της, που έµενε στο ανάκτορο και είχε µεγάλη εξουσία. Όταν ήθελε να ανακοινώσει κάτι, καλούσε το λαό στην αγορά. Κανείς όµως, δεν τολµούσε να µην υπακούσει στις αποφάσεις του.
|
2. Τι λένε οι µύθοι για τις Μυκήνες
Είµαι νέο παλικάρι, µε βλέπεις άλλωστε, αµούστακο ακόµα, φτιαγµένο από ελεφαντόδοντο. Αυτό το σπάνιο υλικό το φέρναµε εµείς οι Μυκηναίοι από την Ανατολή. Ήταν βέβαια ακριβό πολύ, αλλά το ότι ήµαστε πλούσιος λαός δεν το κρύψαµε ποτέ! Το κράνος µου το πρόσεξες; ∆εν µοιάζει καθόλου µ’ αυτό που βάζετε όταν οδηγείτε τις µοτοσικλέτες σας. Το δικό µου είναι φτιαγµένο από δέρµα και σκεπασµένο µε δόντια αγριογούρουνου. Η στρατιωτική µου µαθητεία άρχισε από τότε που ήµουν ακόµα µικρός και θα κρατήσει ώσπου να γεράσω. Έτσι ήµασταν εµείς οι Μυκηναίοι. Πολεµιστές από την κούνια µας, που λέει ο λόγος. Σ. Γιαλουράκη, Χρυσές Μυκήνες, σελ. 77-78
|
5. Η «Μυκηναία»
Είµαι η «Μυκηναία». Ζωγραφίστηκα πριν 3.300 χρόνια. Σου λέω τη χρονολογία για να καταλάβεις τη µεγάλη αξία µου. Η οµορφιά µου πέρασε ακόµα και τις Μινωίτισσες. ∆εν βρίσκεις πως είµαι πιο όµορφη από την «Παριζιάνα», τη γνωστή µινωική τοιχογραφία; Ζωγραφίστηκα πάνω σε γαλάζιο φόντο κι έτσι αναδεικνύεται η οµορφιά µου. Είµαι γεροδεµένη, έχω πλούσια µαλλιά, που περνούν µπροστά από τ’ αυτιά, στολισµένα µε µια κορδέλα, λοξά µάτια, καµαρωτά φρύδια, φορώ όµορφα ρούχα και λεπτά κοσµήµατα. Έχω γυρίσει το στήθος µπροστά για να καµαρώσεις και τα κοσµήµατά µου! Μόνο το κεφάλι µου είναι στο πλάι. Το έκανα επίτηδες για να θαυµάσεις την αρχοντιά µου. Έτσι που γέρνω το κεφάλι είναι σαν να µην ξέρω ποιο περιδέραιο να διαλέξω. Σ. Γιαλουράκη, Χρυσές Μυκήνες, σελ. 122-124 (µε µικρές αλλαγές)
6. Χρυσά κοσµήµατα
|
7. Ο αοιδός
Σε λίγο αγέρωχοι οι µνηστήρες µπήκαν κι αυτοί στην αίθουσα,
πήραν µε τη σειρά τους θέση σε θρόνους κι αναπαυτικά καθίσµατα. Τότε τους έχυναν νερό στα χέρια τους οι κήρυκες, δούλες γεµίζαν µε ψωµί πλεχτά πανέρια, έφηβοι τους κρατήρες µε πιοτό ξεχείλιζαν, κι αυτοί τα χέρια τους απλώνουν στο έτοιµο τραπέζι. Και µόνο όταν χόρτασαν τον πόθο τους µε το φαΐ και το πιοτό, τραβούσε άλλα πια η ψυχή τους: τραγούδι, µουσική, χορό, συµπλήρωµα απαραίτητο σ’ ένα καλό τραπέζι. Τότε κι ο κήρυκας φέρνει και δίνει την πανέµορφη κιθάρα στου Φήµιου τα χέρια, που τραγουδούσε στους µνηστήρες.... Τους τραγουδούσε ο φηµισµένος αοιδός, κι εκείνοι καθισµένοι τον ακούν µε τη σιωπή τους. Των Αχαιών τον νόστο τραγουδούσε, πικρόν, όπως τον όρισε τον γυρισµό τους από την Τροία η Αθηνά η Παλλάδα. Όµηρος, Οδύσσεια α 162-172 και 362-364, µτφ. ∆. Ν. Μαρωνίτης (µε µικρές αλλαγές)
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
|
5. Η θρησκεία και η γραφή των Μυκηναίων
Οι Μυκηναίοι λάτρευαν τη Μεγάλη Θεά, που ήταν θεά της βλάστησης, της άγριας φύσης και των άγριων ζώων, αλλά κυρίως πολλούς από τους θεούς του Ολύµπου, όπως τον Δία, την Ήρα, την Αθηνά, τον Ποσειδώνα και άλλους. Δεν έκτιζαν µεγάλους ναούς για τους θεούς τους. Τους λάτρευαν σε µικρά ιερά και σε ιερά άλση. Τους πρόσφεραν φρούτα, σπόρους, γάλα και µέλι και πολλές φορές στο βωµό τους θυσίαζαν ζώα. Πίστευαν ότι οι νεκροί ζουν µετά το θάνατό τους. Γι’ αυτό έσκαβαν στις πλαγιές των λόφων και έφτιαχναν µεγαλοπρεπείς τάφους µε θολωτή οροφή. Εκεί τοποθετούσαν τους βασιλικούς νεκρούς. Μερικές φορές σκέπαζαν το πρόσωπό τους µε χρυσές προσωπίδες. Κοντά τους έβαζαν τα προσωπικά τους αντικείµενα: κοσµήµατα, κύπελλα, αγγεία, όπλα. Όλα αυτά ονοµάζονται κτερίσµατα. Στους περίφηµους θολωτούς τάφους, που βρίσκονται κοντά στην ακρόπολη των Μυκηνών, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν πολλά κτερίσµατα χρυσά, ασηµένια, χάλκινα και πήλινα. Όλα αυτά βρίσκονται σήµερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Οι Μυκηναίοι µιλούσαν ελληνικά και επηρεασµένοι από τη γραφή των Μινωιτών ανακάλυψαν ένα άλλο είδος γραφής που ονοµάζεται Γραµµική Β΄. Έγραφαν µε ένα µυτερό ξυλαράκι πάνω σε πλάκες φτιαγµένες από µαλακό πηλό. Οι αρχαιολόγοι βρήκαν πολλές τέτοιες πλάκες σε ανασκαφές που έκαναν στην Πύλο, στην Κνωσό κι αλλού. Οι επιστήµονες κατάφεραν να διαβάσουν τα γράµµατα της Γραµµικής Β΄ κι έµαθαν πολλά πράγµατα για τη ζωή των Μυκηναίων. Η Γραµµική Β΄ είναι η πρώτη ελληνική γραφή. 1. Μικρά αγάλµατα που παριστάνουν τη γυναικεία θεότητα. |
2. Η προσωπίδα του Αγαµέµνονα
Είµαι ένα προσωπείο, µια µάσκα δηλαδή, που σκέπαζα το πρόσωπο κάποιου νεκρού βασιλιά. Είµαι σοβαρός και µυστηριώδης. Η ίσια µύτη µου είναι καθαρά ελληνική. Έχω γένια και µουστάκι, όπως έχουν και πολλοί σηµερινοί Έλληνες. Τα µάτια µου είναι πολύ περίεργα, ανοιχτά και κλειστά συγχρόνως. Τα σφιγµένα µου χείλη και το δυνατό µου πιγούνι φανερώνουν τη θέληση του χαρακτήρα µου. Πριν µε βάλουν στον τάφο, έντυσαν τον άγνωστο για σας βασιλιά µε ένα πολύτιµο φόρεµα και µε τοποθέτησαν πάνω στο πρόσωπό του. Μεγάλη τιµή για µένα δεν νοµίζεις; Ο αρχαιολόγος Ερρίκος Σλήµαν που µε ανακάλυψε, µόλις µε είδε ψιθύρισε ευτυχισµένος στη γυναίκα του: «Σοφία, ο Αγαµέµνονας!». ∆εν είµαι βέβαια ο Αγαµέµνονας, γιατί ανήκω σε βασιλιά που έζησε πολλά χρόνια πριν από τον Τρωικό πόλεµο. Κολακεύοµαι όµως να µε φωνάζουν έτσι, γιατί ο Αγαµέµνονας ήταν πολύ σπουδαίος βασιλιάς. Σ. Γιαλουράκη, Χρυσές Μυκήνες, σελ. 63-64 (µε µικρές αλλαγές)
|
4. Η Γραµµική Β΄
Όταν οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν τις πήλινες πινακίδες της Γραµµικής γραφής Β΄ , έµειναν σιωπηλοί µπροστά στην άγνωστη γραφή που έβλεπαν. Όταν όµως µπόρεσαν και τη διάβασαν, ανακάλυψαν ότι στις πινακίδες αυτές υπήρχαν λέξεις µιας πολύ αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Πολλές από τις λέξεις αυτές τις χρησιµοποιούµε ακόµη και σήµερα: οίνος και έλαιον, χρυσός και χαλκός, θάλασσα, άνεµος, αγρός και πλήθος άλλες. Από τις πινακίδες αυτές οι επιστήµονες µπόρεσαν να µάθουν πολλά πράγµατα για την εποχή των Μυκηναίων. Έµαθαν λοιπόν για τη ζωή τους, για τους θεούς και για τους άρχοντές τους, για τα προϊόντα που εµπορεύονταν, για τα κτήµατα και τα ζώα τους, για τα επαγγέλµατά τους. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
|
6. Η τέχνη των Μυκηναίων
Οι Μυκηναίοι εντυπωσιάστηκαν από την τέχνη των Μινωιτών και πήραν πολλά από αυτούς. Θαύµασαν τις τοιχογραφίες της Κνωσού και άρχισαν κι αυτοί να στολίζουν τα ανάκτορα και τα σπίτια τους µε τοιχογραφίες. Ενώ όµως οι Μινωίτες ζωγράφιζαν συνήθως ειρηνικές σκηνές από τη φύση, οι Μυκηναίοι ζωγράφιζαν µε πολύ µεγάλη τέχνη σκηνές πολεµικές, σκηνές από κυνήγι και από ιερές τελετές. Οι Μυκηναίοι αγγειοπλάστες κατασκεύαζαν πολλών ειδών αγγεία, που τα ζωγράφιζαν όµορφα και τα πουλούσαν σε όλες τις χώρες της Μεσογείου. Έφτιαχναν αγγεία και από κρύσταλλο. Με ιδιαίτερη τέχνη οι µεταλλοτεχνίτες δούλευαν τα µέταλλα κι έφτιαχναν χάλκινα αγγεία και σκεύη, πανοπλίες, µεγάλα ξίφη µε στολισµένες λαβές και µικρότερα µαχαίρια στολισµένα µε χρυσά λουλούδια, πουλιά και σκηνές κυνηγιού. Έφτιαχναν χρυσές προσωπίδες για τους νεκρούς, χρυσά κύπελλα και πλήθος κοσµήµατα, που τα θαυµάζουµε ακόµα και σήµερα. Οι γλύπτες έφτιαχναν αγαλµατάκια από πηλό και ελεφαντόδοντο αλλά και µεγαλύτερα γλυπτά από πέτρα, όπως το πέτρινο ανάγλυφο των δύο λιονταριών που στολίζει την είσοδο της ακρόπολης των Μυκηνών. Οι Μυκηναίοι ή Αχαιοί απέκτησαν µεγάλη δύναµη και πλούτη. Μετά τον Τρωικό πόλεµο όµως, άρχισαν να χάνουν σιγά-σιγά τη δύναµή τους. Όµως η λάµψη του πολιτισµού τους µένει για πάντα άσβεστη και προκαλεί και σήµερα το θαυµασµό µας. 1. Τοιχογραφία µε σκηνή κυνηγιού. |
3. Το Μουσείο
Αν θέλεις να δεις από κοντά τα έργα τέχνης των Μυκηναίων, κάνε µια επίσκεψη στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας. Αν δεν είσαι βιαστικός και τους δείξεις ενδιαφέρον, είναι σίγουρο ότι τα αντικείµενα αυτά θα σου «µιλήσουν». Αν αφήσεις τη φαντασία σου ελεύθερη, µπορεί να ζωντανέψουν και να σου πουν την ιστορία τους. Αν σταθείς και τα παρατηρήσεις µε προσοχή, θα ανακαλύψεις µερικά από τα κρυµµένα µυστικά τους.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
|